Βόλτα στο δάσος - Ευστρατία Ι. Μπρίμπου-Σταυράκη

Χθες, νωρίς το απόγευμα, πήγα μία βόλτα στο δάσος που είναι κοντά στο χωριό διαμονής μου, για ν’ ανάψω τα καντήλια ενός μικρού εξωκκλησίου. Φθινόπωρο, αλλά η φύση ακόμα δεν έχει προσαρμοστεί στην εποχή της! Ο καιρός είναι αρκετά καλός, λες και είναι τέλος Αυγούστου.
Έπειτα από αρκετή ώρα πεζοπορίας, φθάνω στο εκκλησάκι. Τα καντήλια θεόσβηστα. Ούτε λάδι, ούτε κεράκια, ούτε φυτιλάκια, ούτε αναπτήρας! Πολυτέλειες ζητώ κι εγώ, η «αγιασμένη» γυνή!
Μπήκα μέσα στο εκκλησάκι, άναψα τα καντήλια με το λαδάκι, τα φυτιλάκια και τον αναπτήρα που είχα μαζί μου και αφού προσευχήθηκα, βγήκα έξω. Περπάτησα λιγάκι στο δάσος, πήγα παρακάτω.
Στο πάνω μέρος είχε πολλά καμένα δέντρα, από την πυρκαγιά του φετινού καλοκαιριού. Μόνο ένα δέντρο στεκόταν περήφανο στο κέντρο, μισοκαμμένο! Στο λόφο, τέρμα, «είχαν φυτρώσει αρκετές ανεμογεννήτριες!».
Τις είδα και μου ανέβηκε η πίεση, στην κυριολεξία. Καθώς μουρμούριζα μόνη μου και εκτιμούσα τη μεγάλη αυτή οικολογική καταστροφή, πάτησα κάτι. Σκύβω, τι να δω; Ένα πορτοφόλι. Το πιάνω, το ανοίγω. Είχε μέσα πενήντα ευρώ και την ταυτότητα αυτουνού που το έχασε. Ευτυχώς που επρόκειτο για κάποιο φίλο του συζύγου μου.
Άραγε, ο άνθρωπος πήρε είδηση ότι έχει χάσει το πορτοφόλι και την ταυτότητά του! Σε ποιες διαδικασίες θα έχει μπει, προκειμένου να βγάλει καινούργια ταυτότητα, να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές και της τράπεζες; Τι στεναχώρια θα πήρε ο καημένος; Δεν είναι που χάνει κανείς κάτι πολύτιμο, είναι και η διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσει για να τελειώνει τις εργασίες του. Άσε που το πορτοφόλι αυτό μπορεί να έχει συναισθηματική αξία για εκείνον, να είναι «από χέρι», που λέμε.
Δεν έχασα καιρό. «Ροβόλησα τον κατήροφο», προκειμένου να το δώσω στον σύζυγό μου, για να του το δώσει. Έπειτα, σκοτεινιάζει νωρίς, πλέον. Έπρεπε να βιαστώ, να επιστρέψω πίσω για να τελειώσω την αποστολή μου!

Ευστρατία Ι. Μπρίμπου-Σταυράκη